Σκέψεις καθώς πηγαίνω το γιο μου στο σχολείο: Καλημέρα παιδί μου. Φαίνεσαι όμορφος με τη στολή του προσκόπου, δεν είσαι παχύς όπως ο πατέρας σου όταν ήταν προσκοπάκι. Δε νομίζω πως τα μαλλιά μου ήταν ποτέ τόσο μακριά μέχρι που πήγα στο κολέγιο, αλλά πιστεύω ότι θα σε αναγνώριζα εξαιτίας της εμφάνισης σου: λίγο δασύτριχος γύρω από τ’ αυτιά, με τα παπούτσια σου λίγο φθαρμένα γύρω από τα δάχτυλα, με ρυτιδωμένο το δέρμα σου γύρω από τα γόνατα… Συνηθίζουμε με τον καιρό ο ένας τον άλλο…
Τώρα που έγινες οχτώ χρονών, συνειδητοποιώ ότι δε βλεπόμαστε πολύ πιά. Τη μέρα του Κολόμβου, έφυγες το πρωί στις εννιά. Σε είδα για 42 δευτερόλεπτα την ώρα του μεσημεριανού φαγητού και ξαναεμφανίστηκες στις πέντε για δείπνο. Μου λείπεις, ξέρω όμως ότι έχεις σοβαρές ασχολίες. Σίγουρα τόσο σοβαρές, αν όχι και σοβαρότερες, όσο και οι ασχολίες των άλλων συνταξιδιωτών σου στο λεωφορείο.
Πρέπει να μεγαλώσεις και να ανεξαρτητοποιηθείς κι αυτό είναι πιο σημαντικό από το στοίβαγμα κουπονιών, τις επενδύσεις στο χρηματιστήριο ή τις αγορές σε τιμή ευκαιρίας. Πρέπει να ανακαλύψεις τι είσαι ικανός να κάνεις και τι όχι, και πρέπει να μάθεις να το αποδέχεσαι αυτό. Πρέπει να μάθεις για τους ανθρώπους και για το πώς συμπεριφέρονται όταν δεν είναι ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους – σαν τους νεαρούς ψευτοπαλικαράδες που στέκονται στα σταντ των ποδηλάτων και ενοχλούν τα μικρότερα παιδιά. Ναι, πρέπει ακόμα να μάθεις να προσποιείσαι ότι δε σε πειράζει όταν σε βρίζουν. Πάντα πειράζει αλλά πρέπει να κάνεις πως αδιαφορείς, διαφορετικά θα σου πετάξουν χειρότερες βρισιές την επόμενη φορά. Ελπίζω μόνο να θυμάσαι πόσο πονάει – για την περίπτωση που θ’ αποφασίσεις να τα βάλεις μ’ ένα παιδί μικρότερο από σένα.
Πότε ήταν η τελευταία φορά που σου είπα ότι ήμουν περήφανος για σένα; Νομίζω πως, αν δεν το θυμάμαι, έχω πολλά να κάνω. Θυμάμαι την τελευταία φορά που σου έβαλα τις φωνές – σου είπα ότι θα αργήσουμε αν δε βιαστείς – αλλά αν τα βάλω στη ζυγαριά, σίγουρα ήταν λιγότερες οι φορές που σε χτύπησα φιλικά στην πλάτη από τις φορές που σου έβαλα τις φωνές. Για να είμαι σαφής, για την περίπτωση που θα το διαβάσεις αυτό, είμαι περήφανος για σένα. Μ’ αρέσει ιδιαίτερα ο ανεξάρτητος χαρακτήρας σου, ο τρόπος με τον οποίο προσέχεις τον εαυτό σου ακόμα κι όταν με τρομάζει λιγάκι. Δεν υπήρξες ποτέ κλαψιάρης κι αυτό σε κάνει να φαίνεσαι ανώτερο παιδί στα μάτια μου.
Γιατί οι πατεράδες αργούν τόσο πολύ να καταλάβουν ότι ένα οκτάχρονο παιδί έχει τόσο συχνά την ανάγκη να το αγκαλιάσεις όσο κι ένα τετράχρονο; Αν δεν προσέξω λίγο, σύντομα θα σε χτυπώ στο χέρι και θα σου λέω: «Τι λες εσύ, λεβέντη;» αντί να σ’ αγκαλιάζω και να σου λέω πως σ’ αγαπώ. Η ζωή είναι πολύ σύντομη για να κρύβουμε την αγάπη μας. Γιατί οι οχτάχρονοι αργούν τόσο πολύ να καταλάβουν ότι οι τριανταεξάχρονοι έχουν τόσο συχνά την ανάγκη να τους αγκαλιάσεις όσο και οι τετράχρονοι;
Σου το είπα ότι είμαι περήφανος για σένα που γύρισες στο κανονικό σου φαγητό, αφού έκανες μια βδομάδα δίαιτα μετά από εκείνο το δύσπεπτο ζεστό γεύμα. Χαίρομαι που προσέχεις τη σωματική σου υγεία.
Θα ευχόμουν ο δρόμος να μην ήταν τόσο σύντομος… θέλω να σου μιλήσω για χθες βράδυ… όταν ο νεότερος αδερφός σου κοιμόταν, ενώ εσένα σε αφήσαμε να καθίσεις για να παρακολουθήσεις το παιχνίδι στην τηλεόραση. Αυτές οι στιγμές έχουν τόσο μεγάλη σημασία. Δεν υπάρχει τρόπος να τις προγραμματίσεις. Κάθε φορά που προγραμματίζουμε να περάσουμε κάποια ώρα μαζί, αυτή η ώρα δεν είναι τόσο όμορφη και πλούσια και ζεστή. Για μερικά λεπτά ήταν σαν να είχες κιόλας μεγαλώσει και καθίσαμε και μιλήσαμε χωρίς λόγια για το «πώς πας στο σχολείο σου, γιε μου;» Έλεγξα τις ασκήσεις σου στην αριθμητική με το μόνο τρόπο που μπορούσα – με το κομπιουτεράκι. Τα καταφέρνεις καλύτερα με τους αριθμούς απ’ ότι εγώ. Μιλήσαμε για το παιχνίδι κι ήξερες περισσότερα για τους παίκτες απ’ ότι εγώ, κι έμαθα από σένα. Και χαρήκαμε κι οι δύο όταν νίκησε η ομάδα σου.
Λοιπόν, να ο φύλακας. Μάλλον θα ζήσει περισσότερο απ’ όλους μας. Πολύ θα ήθελα να μην ήταν απαραίτητο να πας στο σχολείο σήμερα. Θέλω τόσα πολλά να σου πω.
Βγαίνεις με τόση βιασύνη από το αυτοκίνητο μου. Θέλω να χαρώ τη στιγμή, αλλά εσύ είδες κιόλας δυο φίλους σου.
Ήθελα μόνο να πω: «Σ’ αγαπώ, γιε μου».
Victor B. Miller




Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου