Αν μπορέσω να προλάβω μια καρδιά να μην
ραγίσει, τότε
δεν θα έχω ζήσει ανώφελα.
Αν μπορέσω να απαλύνω τη λαχτάρα κάποιου, να ανακουφίσω κάποιον πόνο ή να
βοηθήσω
έναν εξουθενωμένο κοκκινολαίμη να γυρίσει στη
φωλιά του, τότε δεν θα έχω ζήσει ανώφελα.
Emily Dickinson
Η ημέρα ήταν η Πέμπτη της Ευγνωμοσύνης, η
«προκαθορισμένη μέρα» υπηρεσίας. Ήταν
ένα εβδομαδιαίο έθιμο που οι δυο μικρές μου κόρες κι εγώ είχαμε ξεκινήσει πριν
από χρόνια. Η Πέμπτη ήταν η μέρα που
βγαίναμε έξω για καλές πράξεις. Εκείνη
τη συγκεκριμένη Πέμπτη, δεν είχαμε ιδέα τι ακριβώς θα κάναμε, αλλά ξέραμε ότι
κάτι θα παρουσιαζόταν.
Οδηγούσα σ’ ένα πολυσύχναστο δρόμο του Χιούστον και
προσευχόμασταν να δεχτούμε καθοδήγηση ώστε να εκπληρώσουμε την εβδομαδιαία μας
προφορά αγάπης, όταν η μεσημβρινή ώρα έφερε γουργουρίσματα πείνας στις μικρές
μου. Δεν έχασαν καιρό για να μου πουν
τραγουδιστά, καθώς πηγαίναμε: «Μακ Ντόναλτνς, Μακ Ντόναλντς, Μακ Ντόναλντς». Ελάττωσα ταχύτητα και άρχισα να ψάχνω για το
πλησιέστερο Μακ Ντόναλντς. Ξαφνικά
συνειδητοποίησα ότι σχεδόν σε κάθε διασταύρωση από την οποία περνούσαμε υπήρχε
και ένας ζητιάνος. Και μου ήρθε η ιδέα!
Αν οι δυο μικρές μου πεινούσαν, τότε και εκείνοι που ζητιάνευαν πεινούσαν και
αυτοί. Τέλεια! Η προσφορά της αγάπης μας είχε παρουσιαστεί από μόνη της. Θα προσφέραμε το γεύμα σε όλους αυτούς.
Αφού βρήκαμε ένα κατάστημα Μακ Ντόναλντς και
παραγγείλαμε δύο παιδικά γεύματα για τις κόρες μου, πήρα κι άλλα 15 γεύματα και
ξεκινήσαμε για να τα δώσουμε. Ήταν
όμορφα. Θα σταματούσαμε στην άκρη δίπλα
σε κάθε ζητιάνο, θα του δίναμε λίγα χρήματα και θα του ευχόμασταν να
καλυτερέψουν τα πράγματα. Μετά θα
λέγαμε, «Α, με την ευκαιρία… ορίστε ένα γεύμα» και θα φεύγαμε κατευθείαν για
την επόμενη διασταύρωση.
Ήταν ο καλύτερος τρόπος προσφοράς. Δεν υπήρχε αρκετός χρόνος για να συστηθούμε ή
να εξηγήσουμε τι επρόκειτο να κάνουμε, ούτε υπήρχε χρόνος να μας πουν εκείνοι
τίποτα. Η προσφορά της αγάπης μας ήταν
ανώνυμη και εμψυχωτική για όλους και μας άρεσε εκείνο που βλέπαμε στον καθρέφτη
μέσα από το αυτοκίνητο: έναν έκπληκτο και ευχαριστημένο άνθρωπο που κρατούσε
μια σακούλα με γεύμα που απλά μας κοίταζε καθώς απομακρυνόμασταν. Ήταν υπέροχο!
Είχαμε φτάσει στο τέλος του «δρομολογίου» μας και
εκεί υπήρχε μια μικροκαμωμένη γυναίκα που στεκόταν, ζητώντας ψιλά. Της δώσαμε τα τελευταία μας χρήματα και τη
σακούλα με το φαγητό και κάναμε αμέσως μεταβολή για να γυρίσουμε στην αντίθετη
κατεύθυνση για να πάμε στο σπίτι μας.
Δυστυχώς, το φανάρι μας σταμάτησε στην ίδια διασταύρωση που στεκόταν η μικροκαμωμένη
γυναίκα. Δεν ήθελα να αισθανθεί
υποχρεωμένη να μας πει ή να κάνει κάτι.
Εκείνη πλησίασε στο αυτοκίνητο κι εγώ κατέβασα το
τζάμι του παραθύρου, τη στιγμή που άρχισε να μιλάει, «Κανένας, ποτέ, δεν μου
έκανε κάτι παρόμοιο με αυτό που κάνατε εσείς πριν από λίγο», είπε
σαστισμένη. Της απάντησα, «Ωραία,
χαίρομαι που είμαστε οι πρώτοι».
Νιώθοντας άβολα και θέλοντας να προχωρήσω τη συζήτηση, τη ρώτησα,
«Λοιπόν, πότε θα φας το γεύμα σου;»
Εκείνη με κοίταξε απλά με τα μεγάλα, κουρασμένα
καστανά της μάτια και μου είπε, «Ω, γλυκιά μου, δεν πρόκειται να το φάω αυτό το
γεύμα». Μπερδεύτηκα, αλλά πριν προλάβω
να πω οτιδήποτε, εκείνη συνέχισε, «Στο σπίτι με περιμένει το δικό μου κοριτσάκι
που λατρεύει το φαγητό των Μακ Ντόναλντς, αλλά δεν μπόρεσα ποτέ να της το
αγοράσω γιατί δεν έχω τα λεφτά. Αλλά
ξέρεις… απόψε εκείνη θα φάει από τα Μακ Ντόναλτνς!»
Δεν ξέρω αν τα παιδιά μου πρόσεξαν τα δάκρυα στα
μάτια μου. Πάρα πολλές φορές είχα
αναρωτηθεί αν η προσφορά αγάπης που κάναμε ήταν πολύ μικρή ή ασήμαντη για να σηματοδοτήσει
πραγματικά την αλλαγή. Όμως, εκείνη τη
στιγμή, αναγνώρισα την αλήθεια στα λόγια της Μητέρας Τερέζας, «Δεν μπορούμε να
κάνουμε μεγάλες πράξεις. Μπορούμε όμως
να κάνουμε μικρές πράξεις με μεγάλη αγάπη».
Donna
Wick
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου