Το μικρό αγροτικό σχολείο θερμαινόταν από μια παλιού
τύπου σόμπα με κάρβουνα. Ένα παιδάκι,
είχε την ευθύνη να έρχεται στο σχολείο νωρίς κάθε μέρα ν’ ανάβει τη σόμπα και
να ζεσταίνει την αίθουσα, πριν φτάσει ο δάσκαλος κι οι συμμαθητές του. Ένα πρωί, φτάνοντας οι άλλοι είδαν το σχολείο
τυλιγμένο στις φλόγες. Έσυραν αναίσθητο
το μικρό έξω από το λαμπαδιασμένο κτίριο, μάλλον νεκρό παρά ζωντανό. Είχε σοβαρά εγκαύματα στο κάτω ήμισυ του
σώματος του και μεταφέρθηκε στο γειτονικό αγροτικό νοσοκομείο.

Αλλά το γενναίο παιδί δεν ήθελε να πεθάνει. Πήρε λοιπόν την απόφαση να ζήσει. Και προς
μεγάλη έκπληξη του γιατρού του, έζησε.
Όταν ο κίνδυνος του θανάτου ξεπεράστηκε, πάλι άκουσε το γιατρό να μιλά
με τη μητέρα του χαμηλόφωνα και να της λέει ότι, εφόσον η φωτιά κατέστρεψε τόση
σάρκα στο κάτω μέρος του σώματος του, θα ήταν καλύτερα να είχε πεθάνει γιατί
τώρα ήταν καταδικασμένο να μείνει ανάπηρο για όλη του τη ζωή, καθώς δε θα
μπορούσε να χρησιμοποιήσει καθόλου τα κάτω άκρα του. Άλλη μια φορά το γενναίο παιδί πήρε την
απόφαση του. Δε θα γινόταν ανάπηρος. Θα
περπατούσε. Δυστυχώς, όμως, από τη μέση
και κάτω δεν είχε τη δυνατότητα κίνησης.
Τα λεπτά του πόδια απλώς κρέμονταν εκεί, άψυχα.


Αρχικά πήγαινε στο σχολείο περπατώντας, μετά πήγαινε
στο σχολείο τρέχοντας και, μετά, έτρεχε μόνο και μόνο για να χαρεί το τρέξιμο.
Πολύ αργότερα, στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν, αυτός
ο νεαρός που δεν αναμενόταν να ζήσει, που σίγουρα ποτέ δε θα μπορούσε να
περπατήσει, που ποτέ δε θα μπορούσε να τρέξει – αυτός ο αποφασιστικός νεαρός, ο
Δόκτωρ Γκλέν Κάνιγκχαμ, ήρθε πρώτος στα 1500 μέτρα!
Burt Dubin
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου