Αν επρόκειτο να πεθάνεις σε λίγο
και είχες τη δυνατότητα
να κάνεις μόνο ένα τηλεφώνημα,
ποιόν θα έπαιρνες και τι θα του έλεγες;
Και γιατί περιμένεις;
Stephen Levine
Ένα βράδυ, έχοντας διαβάσει ένα από τα εκατοντάδες
βιβλία που απευθύνονται σε γονιούς, ένιωθα λίγο ένοχος επειδή το βιβλίο
περιέγραφε μερικές παιδαγωγικές στρατηγικές που, για λίγο καιρό, δεν είχα
χρησιμοποιήσει. Η σημαντικότερη απ’
αυτές έλεγε ότι πρέπει να μιλάς με το παιδί σου και να χρησιμοποιείς αυτήν τη
μαγική φράση: «Σ’ αγαπώ». Εγώ ο ίδιος το
είχα τονίσει ξανά και ξανά ότι τα παιδιά πρέπει να ξέρουν με βεβαιότητα πως
πραγματικά τ’ αγαπάς και μάλιστα χωρίς όρους.
Ανέβηκα στο δωμάτιο του γιου μου και χτύπησα την
πόρτα. Το μόνο που άκουγα ήταν τα ντραμς
του. Ήξερα ότι ήταν μέσα αλλά δεν
ερχόταν ν’ ανοίξει. Έτσι έσπρωξα την
πόρτα και φυσικά τον είδα να κάθεται φορώντας τα ακουστικά του. Άκουγε μια κασέτα κι έπαιζε ντραμς. Έσκυψα προς το μέρος του για να με προσέξει
και μετά του είπα: «Τιμ, έχεις ένα λεπτό καιρό;»
«Ναι, βέβαια πατέρα.
Πάντα έχω ένα λεπτό». Κάθισα κι
αφού πέρασαν καμιά δεκαπενταριά λεπτά με κουβέντες χωρίς ιδιαίτερη σημασία, τον
κοίταξα και του είπα:
«Τιμ, μ’ αρέσει να σ’ ακούω να παίζεις ντραμς».
«Ω, ευχαριστώ, πατέρα», μου είπε. «Χαίρομαι γ’ αυτό».
Βγαίνοντας από το δωμάτιο του είπα: «Θα σε δω
αργότερα!» Καθώς κατέβαινα στο ισόγειο,
συνειδητοποίησα πως είχα ανέβει επάνω με ένα συγκεκριμένο μήνυμα, το οποίο όμως δεν παρέδωσα. Ένιωθα ότι έπρεπε ν’ ανέβω και να προσπαθήσω
να βρω την ευκαιρία να πω αυτήν την μαγική φράση.
Ανέβηκα πάλι τη σκάλα χτύπησα κι άνοιξα. «Έχεις ένα λεπτό καιρό, Τιμ;»
«Ναι, βέβαια, πατέρα. Πάντα έχω ένα δυο λεπτά για σένα. Τι θέλεις;»
«Τιμ, την πρώτη φορά ανέβηκα εδώ πάνω για να σου
δώσω ένα μήνυμα αλλά σου είπα κάτι άλλο.
Δε σου είπα αυτό που σκόπευα.
Τιμ, θυμάσαι τότε που μάθαινες να οδηγείς, πόσα προβλήματα μου
δημιούργησε το γεγονός; Έγραψα δυο
λέξεις και τις έβαλα κάτω από το μαξιλάρι σου με την ελπίδα ότι αυτό θα
διόρθωνε τα πράγματα. Έκανα το καθήκον
μου σαν πατέρας κι εξέφρασα την αγάπη μου στο γιό μου».
Τελικά, μετά από λίγη κουβεντούλα, κοίταξα
τον Τιμ και του είπα: «Αυτό που θέλω να σου πω είναι πως σε αγαπάμε».
«Ω, ευχαριστώ, πατέρα. Εννοείς εσύ κι η μαμά;» μου είπε.
«Ναι, κι οι δυο μας, απλά δε σου το δείχνουμε όσο
πρέπει», αποκρίθηκα.
«Ευχαριστώ, χαίρομαι πολύ που τ’ ακούω. Το ξέρω, βέβαια, ότι μ’ αγαπάτε».
Στράφηκα κι έφυγα από το δωμάτιο. Καθώς κατέβαινα άρχισα να σκέφτομαι: «Αυτό
είναι απίστευτο. Ανέβηκα εδώ πάνω δυο
φορές, ξέρω πιο είναι το μήνυμα κι ωστόσο βγαίνει κάτι άλλο από το στόμα μου».
Αποφάσισα να ξαναγυρίσω την ίδια στιγμή και να πω στον Τιμ αυτό ακριβώς που ένιωθα. Θα το ακούσει απευθείας από μένα. Δε μ’ ενδιαφέρει αν είναι ένα κι ογδόντα ύψος! Γύρισα, λοιπόν, χτύπησα την πόρτα και τον άκουσα να φωνάζει: «Στάσου μια στιγμή, μη μου πεις ποιος είσαι. Μήπως είσαι εσύ, πατέρα;»
«Πώς το ήξερες;» τον ρώτησα.
«Σε ξέρω από τότε που έγινες πατέρας, μπαμπά», μου
αποκρίθηκε.
«Έχεις ένα ακόμη λεπτό;» τον ρώτησα.
«Το ξέρεις πως έχω, έλα μέσα λοιπόν. Υποθέτω πως δε μου είπες αυτό που ήθελες να
μου πεις».
«Σε ξέρω από τότε που φορούσα πάνες».
«Καλά, κοίτα, Τιμ, άκου αυτό που δεν κατάφερα να
εκφράσω προηγουμένως. Ήθελα να σου πως
πόση αξία έχεις για την οικογένεια. Δεν
είναι αυτό που κάνεις, ούτε αυτό που έκανες – για παράδειγμα αυτά που κάνετε με
τα παιδιά του γυμνασίου – αλλά εσύ, σαν πρόσωπο, έχεις αξία. Σε αγαπώ και θάθελα απλά να το ξέρεις πως σ’
αγαπώ, και δεν καταλαβαίνω γιατί να κρατώ μέσα μου και να μην εξωτερικεύω κάτι
τόσο σημαντικό».
Με κοίταξε και μου είπε: «Πατέρα, το ξέρω πως μ’
αγαπάς και με συγκινεί όταν σ’ ακούω να το λες.
Σ’ ευχαριστώ γι’ αυτά που σκέφτεσαι και για τις προθέσεις σου».
Καθώς έβγαινα από την πόρτα μου είπε: «Ε,
πατέρα, έχεις ένα λεπτό ακόμα;»
Άρχισα να σκέφτομαι: «Ω, όχι. Τι να πρόκειται να μου πει;» Αλλά του είπα:
«Βέβαια, πάντα έχω ένα λεπτό».
Δεν ξέρω από που το μαθαίνουν αυτό τα παιδιά – είμαι
σίγουρος, πάντως, ότι δεν είναι από τους γονείς τους – αλλά μου είπε: «Πατέρα,
θέλω απλώς να σου κάνω μια ερώτηση».
«Τι;»
«Πατέρα, μήπως παρακολουθείς τίποτα σεμινάρια;»
Ω, όχι, σκέφτηκα.
Όπως όλοι οι δεκαοχτάρηδες, έτσι κι αυτός, με πήρε είδηση. Έτσι του απάντησα: «Όχι, διάβαζα ένα βιβλίο
που έλεγε πόσο σημαντικό είναι να λες στα παιδιά σου πώς νιώθεις γι’ αυτά».
«Σ’ ευχαριστώ που έκανες τον κόπο. Θα τα πούμε αργότερα, πατέρα».
Νομίζω ότι αυτό που με δίδαξε πάνω απ’ όλα ο Τιμ
εκείνο το βράδυ ήταν ότι ο μόνος τρόπος για να καταλάβεις την πραγματική έννοια
και το σκοπό της αγάπης, είναι να είσαι πρόθυμος να πληρώσεις το τίμημα. Πρέπει να πας να βρεις τον άλλο, και να του
το εκφράσεις.
Gene Bedley
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου